ΤΡΙΤΗ 22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024

ΤΡΙΤΗ 22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024
ΥΠΟΔΟΧΗ ΙΕΡΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΗΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΑΥΛΙΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ 22/10/24 ΣΤΙΣ 12:00 ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ.

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

Κυριακὴ Α΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ καί Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα/ Κυριακῆς 22 Σεπτεμβρίου 2024

 Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Σεπτεμβρίου 2024, Α΄ Λουκᾶ (Λουκ. ε΄ 1-11)

Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὸς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁ­λιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. 3 ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠ­ρώ­τησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ κα­θίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. 4 ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπα­νάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν.

 5 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅ­­­λης τῆς νυκτὸς κοπιάσαν­­τες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. 6 καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 

7 καὶ κατένευσαν τοῖς μετό­χοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι­ αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλη­σαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥ­­­στε βυθίζεσθαι αὐ­τά. 8 ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰη­σοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐ­­­μοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε·

 9 θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύ­ων ᾗ συνέλαβον, 10 ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. 11 καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐ­τῷ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Κάποτε, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς στεκόταν στήν ὄχθη τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τά πλήθη τοῦ λαοῦ ἄρχισαν νά συνωστίζονται γύρω του καί νά τόν στριμώχνουν, ἐπειδή ἤθελαν ν’ ἀκοῦν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. 2 Τότε εἶδε δύο μικρά πλοῖα ἀραγμένα στήν ἄκρη τῆς λίμνης· οἱ ψαράδες μάλιστα εἶχαν βγεῖ ἀπ’ αὐτά στήν παραλία καί ἔπλεναν τά δίχτυα. 3 Κι ἀφοῦ μπῆκε σ’ ἕνα ἀπό τά πλοῖα αὐτά, σ’ αὐτό πού ἦταν τοῦ Σίμωνα, τόν παρακάλεσε νά τό τραβήξει λίγο πιό μέσα, σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τή στεριά. Καί τότε κάθισε μέσα στό πλοῖο καί δίδασκε ἀπό ἐκεῖ τά πλήθη τοῦ λαοῦ πού βρίσκονταν στήν παραλία. 4 Κι ὅταν τελείωσε τήν ὁμιλία του, εἶπε στό Σίμωνα: Πάρε πάλι τό πλοῖο στά βαθιά νερά τῆς λίμνης καί ρίξτε τά δίχτυα σας γιά νά πιάσετε ψάρια.

 5 Ὁ Σίμων τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Διδάσκαλε, ὅλη τή νύχτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τά δίχτυα καί δέν πιάσαμε τίποτε. Ἀφοῦ ὅμως τό διατάζεις ἐσύ, θά ρίξω τό δίχτυ ἔχοντας τέλεια πεποίθηση καί ὑπακοή στό λόγο σου. 6 Κι ἀφοῦ τό ἔκαναν αὐτό, ἔπιασαν μέσα στό δίχτυ πάρα πολλά ψάρια. Τόσα πολλά, πού τό δίχτυ τους ἄρ­χι­σε νά σπάζει, ἐπειδή δέν ἄντεχε στό βάρος τοῦ πλή­θους τῶν ψαριῶν.

 7 Καί μέ νεύματα εἰδοποίησαν τούς συνεταίρους τους πού ἦταν στό ἄλλο πλοῖο νά ἔλθουν καί νά πιάσουν μαζί μ’ αὐτούς τά δίχτυα καί νά τούς βοηθήσουν νά τά σύρουν ἐπάνω. Ἐκεῖνοι ἦλθαν καί γέμισαν καί τά δύο πλοῖα τόσο πολύ, πού κινδύνευαν νά βυθισθοῦν ἀπό τό βάρος τῶν ψαριῶν. 8 Ὅταν λοιπόν εἶδε ὁ Σίμων Πέτρος τό πρωτοφανές αὐτό καί ἀνέλπιστο πλῆθος τῶν ψαριῶν, ἔπεσε κάτω στά γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καί τοῦ εἶπε: Βγές ἀπό τό πλοῖο μου καί φύγε ἀπό μένα, Κύριε, διότι εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός, καί δέν εἶμαι ἄξιος νά σ’ ἔχω στό πλοῖο μου. 

9 Καί εἶπε αὐτά τά λόγια ὁ Πέτρος, διότι κι αὐτός κι ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί του κυριεύθηκαν ἀπό μεγάλη ἔκπληξη καί δέος γιά τήν πρωτοφανή ἁλιεία τόσων ψαριῶν πού εἶχαν πιάσει, καί ἡ ὁποία μόνο ἀπό παρέμβαση τῆς θείας δυνάμεως μποροῦσε νά ἐξηγηθεῖ. 10 Παρόμοια μάλιστα κυριεύθηκαν ἀπό ἔκπληξη καί ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, οἱ γιοί τοῦ Ζεβεδαίου, οἱ ὁποῖοι ἦταν συνέταιροι τοῦ Σίμωνος. Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στό Σί­μωνα: Μή φοβᾶσαι. Ἀπό τώρα πού σέ καλῶ νά γίνεις ἀπόστολός μου καί στό ἑξῆς, θά συνεχίσεις νά ψα­­­ρεύεις, μά δέν θά πιάνεις ψάρια ἀλλά ἀν­θρώπους ζωντανούς, πού μέ τό κήρυγμά σου θά τούς ὁδηγεῖς στή σωτηρία. 11 Κι ἀφοῦ ἐπανέφεραν τά πλοῖα στή στεριά, ἄφησαν τά πάντα, καί τά ψάρια δηλαδή καί τά δίχτυα καί τά πλοῖα τους, καί τόν ἀκολούθησαν.

 

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Σεπτεμβρίου 2024, ΙΓ΄Κυριακῆς (Α΄ Κορ. ις΄ 13-24)

Ἀδελφοί, γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω. Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς· ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι. χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φουρτουνάτου καὶ Ἀχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν. ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους. Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας. ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ. ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου. εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. μαρὰν ἀθᾶ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ἀμήν.

ΑΓΡΥΠΝΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ

«Γρηγορεῖτε».

Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ποὺ ἀ­κού­σαμε σήμερα εἶναι τὸ τέλος τῆς Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς τοῦ ἀ­ποστόλου Παύλου. Ὁ Ἀπόστολος, μεταξὺ τῶν ἄλλων πολὺ σημαντικῶν λόγων του, γράφει καὶ μία λέξη, μὲ τὴν ὁποία καλεῖ τοὺς Κορινθίους σὲ ἐγρήγορση· σὲ διαρκὴ ἐπαγρύπνηση. «Γρηγορεῖτε», τοὺς τονίζει.

Τὴν ἴδια προτροπὴ ἀπευθύνει καὶ σ᾿ ἐμᾶς, τοὺς Χριστιανοὺς κάθε ἐποχῆς, ποὺ βρισκόμαστε σὲ πόλεμο· σὲ ἀόρατο πόλεμο καὶ μάλιστα μὲ ἐχθροὺς ἀθέατους, ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴν αἰώνια σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ποιοί εἶναι, ἀλήθεια, οἱ ἐχθροί, ἀπέναντι στοὺς ὁποίους πρέπει νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι;

1. Ὁ κόσμος

Ὁ πρῶτος ἐχθρὸς τῆς σωτηρίας μας εἶναι ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος· ὁ κόσμος ποὺ βρίσκεται μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἄλλοτε ἀγνοεῖ, ἄλλοτε ἑκούσια περιφρονεῖ τὴν ὕπαρξή του. Εἶναι τὸ κοσμικὸ φρόνημα· οἱ ἀντιλήψεις, οἱ ἰδεολογίες καὶ οἱ συνήθειες τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ὑ­πάρχει Θεός. «Πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐ­πιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός» (Α΄ Ἰω. β΄ 16), γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Κάθε τὶ ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο, ὁ ὁποῖος βρίσκεται μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό – ἡ ἐπιθυμία τῆς διεφθαρμένης φύσεώς του, ἡ ἐπιθυμία τῶν πραγμάτων ποὺ αἰχμαλωτίζουν τὰ μάτια του καὶ ἡ ἀλαζονικὴ συμπεριφορά – δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα.

Ὅταν λοιπὸν ὁ Χριστιανὸς εἶναι ἀπρόσ­εκτος καὶ χαλαρός, τότε εὔκολα παρασύρεται ἀπὸ τὰ θέλγητρα ἢ ὑποκύπτει στὰ φόβητρα τοῦ κόσμου. Συσχηματίζεται τότε μὲ τὸν κόσμο, ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὴ μόδα, τοὺς τρόπους διασκεδάσεως καὶ τὶς ἐγωιστικὲς ἐπιδιώξεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνει, ἀφομοιώνεται ἀπὸ τὸ περιβάλλον του. Πολλοὶ ἄνθρωποι μέσα στὴν Ἱστορία λησμόνησαν τοὺς ἀγαθοὺς πόθους τους καὶ ἄφησαν τελικὰ τὸν Χριστό, ἐπηρεασμένοι ἀπὸ κάποιο πρόσ­ωπο τοῦ περιβάλλοντός τους. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀσθένεια μεταδοτική.

2. Ὁ διάβολος

Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν κόσμο, ὑπάρχει ἀκόμη ἕνας μοχθηρὸς ἐχθρὸς τῆς σωτηρίας μας, ὁ διάβολος· αὐτὸς ποὺ ἐξουσιάζει τὸν μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμο. Στὸν ἀόρατο πνευματικὸ πόλεμο δὲν εἴμαστε ἀντιμέτωποι μὲ ἀνθρώπους. «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ. ς΄ 12), σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Παλεύουμε μὲ τὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος ἐξουσιάζει τοὺς ἀν­θρώπους ποὺ εἶναι βυθισμένοι στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Πολεμοῦμε μὲ πνευματικὰ ὄντα, μὲ ἀσώματες ὑπάρξεις.

Ὁ διάβολος χρησιμοποιώντας τὸ φίδι παρέσυρε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἱστορίας τοὺς Πρωτοπλάστους στὴν παρακοὴ καὶ τοὺς ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐκεῖνος αἰῶνες τώρα κρυμμένος, ἀθέατος, πασχίζει νὰ ρίξει κάθε ἄνθρωπο στὴν ἁμαρτία. Σὰν βροχὴ πέφτουν τὰ πυρωμένα βέλη του στὴ σκέψη καὶ στὶς αἰσθήσεις μας. Δὲν ἀρκεῖται μάλιστα σὲ μία πτώση. Μετὰ τὴν πτώση στὴν ἁμαρτία προσπαθεῖ νὰ μᾶς ρίξει σὲ ἀπόγνωση, σὲ ἀπελπισία. Παριστάνει μεγάλα καὶ ἀσυγχώρητα τὰ ἁμαρτήματά μας, ὥστε νὰ ὁδηγεῖ στὴν ἀναβολὴ καὶ τελικὰ νὰ ματαιώσει τὴ μετάνοιά μας. Θέλει νὰ μᾶς ἀπομακρύνει μόνιμα ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ αἰώνιο θάνατο.

3. Ὁ ἑαυτός μας

Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τὸν διάβολο, ὑπάρχει καὶ ἕνας τρίτος ἐχθρὸς στὸν πνευματικό μας ἀγώνα: ὁ ἑαυτός μας. Εἶναι ὕπουλος ὁ ἐχθρὸς αὐτός, διότι βρίσκεται ἐντὸς τῶν πυλῶν. Εἶναι ἴσως ὁ πιὸ δύσκολος ἀντίπαλος. Δὲν μᾶς προσβάλλει ἐξωτερικά. Ἡ μάχη δίνεται μέσα μας. «Ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. ιε΄ 19), εἶχε πεῖ ὁ Κύριος. Ἀπὸ τὴν καρδιά μας βγαίνουν οἱ πονηρὲς σκέψεις, οἱ φόνοι, οἱ ἀνηθικότητες, οἱ κλοπές, τὰ ψέματα, οἱ βλασ­φημίες. Μέτωπο τῆς μάχης εἶναι ἡ καρδιά μας. Μᾶς ἐξουσιάζει κάποτε ἡ ροπὴ πρὸς τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρχει μέσα μας καὶ μᾶς στρέφει στὴ γῆ. Παραλύει τὴ θέλησή μας, ἀκυρώνει τὶς πνευματικὲς ἀποφάσεις μας, μᾶς αἰχμαλωτίζει. Δὲν μποροῦμε εὔκολα νὰ ἀντισταθοῦμε στὸν ἑαυτό μας, σὲ κάποιο πάθος μας, στὶς ἀδυναμίες, στὶς κατώτερες συνήθειές μας.

Χρειάζεται ἑπομένως διαρκὴς ἐγρήγορ­ση στὶς σκέψεις, στὶς ἐπιθυμίες, στὰ συν­αι­σθήματα. «Πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρ­δίαν» (Παρ. δ΄ 23), μᾶς προτρέπει ὁ Θεός. Μὲ πολλὴ προσοχὴ φύλασσε τὴν καρδιά σου. Ἐκεῖ δίνεται ἡ μεγάλη μάχη, μέσα μας.

Ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος, ὁ διάβολος κι ὁ ἑαυτός μας· αὐτοὶ εἶναι οἱ ὕπουλοι ἐχθροὶ τῆς ψυχῆς μας, οἱ ἐχθροὶ τῆς σωτηρίας μας. Ἂς ἀντιστεκόμαστε μὲ ἐπαγρύπνηση, μὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση στὶς προκλήσεις τους, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὰ βέλη τους. Σὰν πολεμικὴ σάλπιγγα ἂς ἠχεῖ καθημερινὰ στ’ αὐτιά μας ἡ προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Γρηγορεῖτε»! Διότι ὁ νικητὴς στὸν ἀόρατο αὐτὸ πόλεμο κερδίζει τὴν αἰωνιότητα, ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστό, ἀπολαμβάνει τὴν οὐράνια Βασιλεία του.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: