Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

Κυριακὴ ΣΤ΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 20 Ὀκτωβρίου 2024

 Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 20 Ὀκτωβρίου 2024, ΣΤ΄ Λουκᾶ (Λουκ. η΄ 27-39)

27 Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀ­­­νήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνε­διδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀ­νακράξας προσέπεσεν αὐ­­­τῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέο­μαί σου, μή με βασανί­σῃς.

 29 παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπά­κει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁ­­­λύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰη­σοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅ­­­τι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν­ εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄ­­ρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐ­­­κείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέ­τρεψεν αὐτοῖς. 

33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμό­νια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσ­ῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34 ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγο­νός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον­ τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ ­δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματι­σμέ­νον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰη­σοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς.

 37 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅ­­­παν τὸ πλῆθος τῆς περιχώ­ρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελ­θεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ με­γάλῳ συνείχοντο. αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖ­ον ὑπέ­στρεψεν. 38 ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 39 ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

27 Κι ὅταν βγῆκε στή στεριά, τόν συνάντησε κάποιος ἄνθρωπος πού καταγόταν ἀπό τήν πόλη, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα του δαιμόνια ἀπό πολλά χρόνια. Αὐ­τός δέν φοροῦσε πάνω του ροῦχα οὔτε ἔμενε σέ σπίτι, ἀλλά ζοῦσε μέσα στά μνήματα. 28 Ὅταν ὅμως εἶδε τόν Ἰησοῦ, ἀπό τό φόβο του ἔβγαλε μιά δυνατή κραυγή, ἔπεσε στά πόδια του καί μέ φωνή μεγάλη εἶπε: Ποιά σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σέ μένα καί σέ σένα καί τί ζητᾶς ἀπό μένα, Ἰησοῦ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; Σέ παρακαλῶ, μή μέ βασανίσεις καί μή μοῦ ἐπιβάλεις τήν τιμωρία νά κλειστῶ ἀπό τώρα μέσα στά σκοτάδια τοῦ Ἅδη.

 

 

 29 Καί εἶπε τά λόγια αὐτά ὁ δαιμονισμένος, διότι ὁ Ἰη­σοῦς εἶχε διατάξει τό ἀκάθαρτο δαιμονικό πνεῦ­μα νά βγεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο. Διότι ἀπό πολλά χρόνια τόν εἶ­­χε κυριεύσει, καί τοῦ δη­μιουργοῦσε ἄγρια ἔξαψη. Γι’ αὐ­­τό τόν ἔδεναν μέ ἁλυσίδες καί μέ σιδερένια δεσμά στά πόδια, καί τόν φύλαγαν νά μήν κάνει κανένα κακό σέ κανέναν. Ἀλλά αὐτός ἔσπαζε τά δεσμά καί συρόταν βίαια ἀπό τόν δαίμονα στίς ἐρημιές. 30 Τόν ρώτησε τότε ὁ Ἰησοῦς: Ποιό εἶναι τό ὄνομά σου; Κι αὐτός τοῦ ἀπάντησε: Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρα­τιωτῶν. Καί εἶχε αὐτό τό ὄνομα, διότι εἶχαν μπεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο αὐτό ὄχι μόνο ἕνα ἀλλά πολλά δαι­­μόνια. 31 Καί τά δαιμόνια αὐτά μέ τό στόμα τοῦ δαιμονισμένου τόν παρακα­λοῦσαν νά μήν τά διατάξει νά πᾶνε στά τρίσβαθα τοῦ Ἅδη. 32 Στό μεταξύ ἐκεῖ κοντά ἦταν ἕνα κοπάδι ἀπό πολλούς χοί­ρους πού ἔβοσκαν στό βουνό. Καί τά δαιμόνια τόν παρακαλοῦσαν νά τούς ἐπιτρέψει νά μποῦν σ’ ἐκείνους τούς χοίρους. Καί ὁ Κύριος τούς τό ἐπέτρεψε, ἐπειδή αὐτοί πού ἔτρε­­­­­­φαν τούς χοίρους τό ἔκαναν αὐτό παραβαίνοντας τό Μω­­σαϊκό νόμο, ὁ ὁποῖος ἀπαγόρευε τό χοι­ρινό κρέας ὡς ἀκάθαρτο. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Κύριος τιμώρησε τήν παρανο­μία τους αὐτή.

 

 33 Κι ἀφοῦ βγῆκαν τά δαιμόνια ἀπ’ τόν ἄνθρωπο, μπῆκαν στούς χοίρους. Τότε τό κοπάδι ὅρμησε μέ ἀσυ­γκράτητη μανία πρός τό γκρεμό, κι ἔπεσε κάτω στή λίμνη καί πνίγηκε. 34 Μόλις εἶδαν αὐτό πού ἔγινε ἐκεῖνοι πού ἔβοσκαν τούς χοίρους, ἔφυγαν καί ἀνήγγειλαν τό συμβάν τῆς κα­­ταστροφῆς τῶν χοίρων στούς κατοίκους τῆς πόλεως καί σ’ ὅσους ἔμεναν ἔξω στήν ὕπαιθρο. 35 Τότε οἱ ἄνθρωποι βγῆκαν ἀπό τήν πόλη καί τά περίχωρα γιά νά δοῦν αὐτό πού ἔγινε, καί ἦλθαν στόν Ἰησοῦ. Καί πράγματι, βρῆκαν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τά δαιμόνια νά κάθεται κοντά στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ καί νά εἶναι ντυμένος καί σωφρονισμένος. Καί φοβήθηκαν. 36 Κι ὅσοι εἶχαν δεῖ τό περιστατικό τούς διηγήθηκαν πῶς ἔγινε καλά καί σώθηκε ὁ δαιμονισμένος. 37 Τότε ὅλο τό πλῆθος τῆς περιφέρειας τῶν Γαδαρηνῶν παρακάλεσαν τόν Ἰησοῦ νά φύγει ἀπό κοντά τους, διότι κυριεύθηκαν ἀπό μεγάλο φόβο ὅταν εἶδαν τή δίκαιη τιμωρία πού ἐπιβλήθηκε σ’ ἐκείνους πού ἐξέ­τρε­φαν χοίρους παρά τήν ἀπαγόρευση τοῦ νόμου. Καί ὁ Ἰησοῦς μπῆκε στό πλοῖο καί ἐπέστρεψε στό μέρος ἀπό τό ὁποῖο εἶχε ἔλθει. 

38 Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἀπό τόν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τά δαιμόνια τόν παρακαλοῦσε νά μένει μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ ἔδωσε τήν ἐντολή νά φύγει λέγοντας: 39 Γύρισε πίσω στό σπίτι σου καί νά διηγεῖσαι ὅσα σοῦ ἔκανε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος σέ ἀπάλλαξε ἀπό τά δαιμόνια. Κι ἐκεῖνος ἔφυγε καί διεκήρυττε σ’ ὅλη τήν πόλη ὅσα τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.

 Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 20 Ὀκτωβρίου 2024, ὁσίου Γερασίμου (Γαλ. ε΄ 22-ς΄ 2)

22 Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, 23 πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. 24 οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπι­θυμίαις. 25 Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύ­ματι καὶ στοιχῶμεν. 26 μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες. 1 Αδελφοί, ἐὰν καὶ προ­ληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳ­ότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. 2 ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπλη­ρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χρι­στοῦ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

22 Ὁ καρπός ὅμως πού παράγει τό Ἅγιον Πνεῦμα μέ τό φωτισμό καί τή χάρη πού χορηγεῖ στίς ψυχές μας, εἶ­­ναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά πού προέρχεται ἀπό τήν ἀγαθή συν­­είδηση, ἡ εἰρήνη πού εἶναι ἀχώριστη ἀπ’ αὐτήν, ἡ ἀνοχή καί ἡ πλατιά καρδιά στίς ἀδικίες πού μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἡ ἀγαθή διάθεση καί καλοσύνη, ἡ εὐεργετική διά­θεση καί συμπεριφορά, ἡ πίστη καί ἡ ἀξιοπιστία στά λόγια καί τίς ὑποσχέσεις μας, 23 ἡ πραότητα, ἡ ἐγκράτεια σέ ὁτιδήποτε πονηρό. Ἀ­­­πέ­ναντι στούς ἀνθρώπους πού ἔχουν τίς ἀρε­τές αὐτές δέν ἰσχύει ὁ νόμος. 24 Κι ὅσοι ἀνήκουν πραγματικά στό Χριστό, ἔχουν νε­­­κρώσει τό σαρκικό ἄνθρωπο μέ τά πάθη καί τίς ἐπι­θυ­μίες του. 25 Ἐάν ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄς συμπεριφερόμαστε καί σύμφωνα μέ τίς προσταγές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι κινούμενοι ἀπό ἐλατήρια ἰδιοτέλειας καί ματαιοδοξίας. 26 Ἄς μή γινόμαστε ματαιόδοξοι, προκαλώντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο σέ φιλονικίες καί φθονώντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Σᾶς κάνω προσεκτικούς στή ματαιοδοξία καί τό φθό­­νο, διότι οἱ ἀδυναμίες τῶν ἀδελφῶν γίνονται ἀφορ­­­μή νά ἐκδηλώνει ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος τή φιλαρχία του. 1 Ὄχι, ἀδελφοί· κι ἐάν ἀπό ἀδυναμία πέσει ἕνας ἄν­­­­­­­­­­θρωπος σέ κάποιο ἁμάρτημα, ἐσεῖς πού εἶστε πνευ­μα­­­­­τικά ἰσχυροί, νά τόν διορθώνετε καί νά τόν παι­δα­γω­­­­­­­­­­­­γεῖτε μέ πνεῦμα πραότητος. Ἐσύ μάλιστα πού δι­ορ­θώ­­­­­­νεις τόν ἄλλο πρόσεχε τόν ἑαυτό σου μήν πέσεις κι ἐσύ σέ πειρασμό· καί θά συμβεῖ αὐτό εἴτε μέ τό νά πα­ρα­­­­­­­­­­­­­­­συρθεῖς στό ἴδιο ἁμάρτημα, εἴτε μέ τό νά κυ­ρι­ευθεῖς ἀπό ἀνυπομονησία ἤ ματαιοδοξία καί φιλαρ­χία, καί γε­νι­κότερα ἀπό ἐγωισμό. 

2 Γιά νά προστατεύεστε λοιπόν ἀπό τόν κίνδυνο νά πέ­σετε κι ἐσεῖς, νά ὑπομένετε ὁ ἕνας τίς ἐνοχλήσεις τοῦ ἄλ­λου, πού ὀφείλονται στά ἐλαττώματα καί τίς ἐλλεί­­ψεις του· κι ἔτσι, μέ τήν ὑπομονετική αὐτή ἀνοχή, ἐκ­πλη­­­ρῶστε τελείως τό νόμο τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τήν ἐντο­­­λή τῆς ἀγάπης. Ἄνθρωπος πού δέν ὑπομένει μέ ἀγά­πη τήν ἀδυναμία τοῦ ἄλλου, δέν συναισθάνεται ὅτι ἔχει κι αὐτός ἐλαττώματα, ἀλλά ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυ­τό του. Ἡ ἰδέα του ὅμως αὐτή εἶναι ψεύτικη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: