Αποστολικό Ανάγνωσμα: Εβρ. ια΄ 33-40, ιβ΄ 1-2
33 οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, 34 ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· 35 ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· 36 ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· 37 ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, 38 ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐπὶ ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. 39 Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, 40 τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
1 Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, 2 ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρὸν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν.
Νεοελληνική Απόδοση
33 Αυτοί, χάρις εις την πίστιν των, ηγωνίσθησαν και κατενίκησαν βασίλεια, ήσκησαν δικαιοσύνην, επέτυχαν την πραγματοποίησιν των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν τα στόματα των αγρίων λεόντων, όπως ο Δανιήλ, 34 έσβησαν την φοβεράν δύναμιν της φωτιάς, όπως οι τρεις παίδες, διέφυγαν τον κίνδυνον να σφαγούν με μαχαίρια, όπως ο Ηλίας, εδυναμώθησαν και έγιναν καλά από αρρώστιες, ανεδείχθησαν κραταιοί και δυνατοί στον πόλεμον, έκαμψαν και έτρεψαν εις φυγήν πολυάριθμα στρατεύματα ξένων εχθρών. 35 Μερικές γυναίκες, χάρις εις αυτήν την πίστιν, επήραν πάλιν ζωντανούς, δια της αναστάσεως τους νεκρούς των. Αλλοι δε εδέθησαν στο τύμπανον, στο φοβερά βασανιστικόν εκείνον όργανον, χωρίς να δεχθούν την απελευθέρωσιν, που τους επρότειναν οι βασανισταί των, εάν ηρνούντο την πίστιν των, και υπέμειναν το φοβερόν μαρτύριον μέχρι θανάτου, δια να επιτύχουν και πάρουν ανάστασιν ασυγκρίτως καλυτέραν από την παρούσαν ζωήν. 36 Αλλοι δε εδοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμη δε δεσμά και φυλακήν. 37 Ελιθοβολήθησαν, επριονίσθησαν, επέρασαν μέσα από πολλούς πειρασμούς, απέθαναν σφαγέντες με μάχαιραν, περιήρχοντο εδώ και εκεί φορούντες, αντί για ενδύματα, προβιές και δέρματα γιδιών, στερούμενοι, θλιβόμενοι, υποβαλλόμενοι εις πολλάς κακουχίας. 38 Τετοιους αγίους δεν ήτο άξιος να τους έχη ο αμαρτωλός κόσμος. Επεριπλανώντο εις τις ερημίες, εις τα όρη, εις τα σπήλαια, εις τις τρύπες της γης. 39 Και όλοι αυτοί, μολονότι έλαβαν την καλήν και τιμίαν μαρτυρίαν, ότι ευηρέστησαν στον Θεόν χάρις εις την πίστιν των, δεν απήλαυσαν πλήρως την υπόσχεσιν της λυτρώσεως και της ουρανίου βασιλείας. 40 Διότι ο Θεός επρόβλεψε δι’ ημάς κάτι καλύτερον· δηλαδή να μη απολαύσουν αυτοί πλήρη την τελείωσιν και την μακαριότητα χωρίς ημάς (αλλ’ όλοι μαζή σαν ένα πνευματικόν σώμα να απολαύσωμεν κατά την δευτέραν παρυσίαν την μακαριότητα της βασιλείας των ουρανών).
1 Δια τούτο, λοιπόν, και ημείς, αφού έχομεν ολόγυρά μας τόσον μεγάλο νέφος αναριθμήτων αγίων, που εμαρτύρησαν και εμαρτυρήθησαν δια την πίστιν των, ας πετάξωμεν μακρυά από επάνω μας κάθε βάρος από τας καταθλιπτικάς μερίμνας του βίου και προπαντός την αμαρτίαν, η οποία από όλα τα σημεία κατά τρόπον δελεαστικόν και προκλητικόν εύκολα μας περιβάλλει, και ας τρέχωμεν με επιμονήν και υπομονήν τον αγώνα, που ευρίσκεται ενώπιον μας. 2 Δια να αντλούμεν δε θάρρος και δύναμιν, ας έχωμεν προσηλωμένα με πίστιν τα βλέμματά μας στον Χριστόν, τον αρχηγόν και ιδρυτήν της πίστεώς μας, ο οποίος με την χάριν του μας χειραγωγεί στον δρόμον της τελειότητος. Αυτός αντί της μακαριότητος, την οποίαν είχε πάντοτε εμπρός του ως Θεός και αντί της χαράς την οποίαν εδικαιούτο να απολαμβάνη και ως άνθρωπος αναμάρτητος ευαρεστήσας κατά πάντα στον Πατέρα, επροτίμησε και υπέμεινε τον σταυρικόν θάνατον και κατεφρόνησε την εντροπήν και τον εξευτελισμόν προς χάριν ημών. Και δια τούτο έχει καθίσει τώρα εις τα δεξιά του θρόνου του Θεού.
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ζ΄ 11-16
11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. 12 ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. 13 καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· 14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. 15 καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. 16 ἔλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι Προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι Ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
11 Επειτα από αυτά, επήγαινε ο Ιησούς προς την πόλιν Ναΐν. Και μαζή του επήγαιναν αρκετοί μαθηταί του και λαός πολύς. 12 Μολις δε επλησίασε εις την πύλην της πόλεως και ιδού εγίνετο η εκφορά ενός νεκρού, ο οποίος ήτο μονογενής υιός εις μητέρα χήραν και αποστράτευτον και πολύς λαός με πολλήν συμπάθειαν προς αυτήν παρακολουθούσε μαζή της την κηδείαν. 13 Και όταν την είδε ο Κυριος, την ευσπλαγχνίσθη και της είπε· “μη κλαίεις”. 14 Και αφού επλησίασε, ήγγισε το φέρετρον, ενώ εκείνοι που το εκρατούσαν εσταμάτησαν, και είπε· “νεανίσκε, εις σε λέγω· Σηκω”. 15 Και αμέσως εσηκώθη και εκάθισε ο νεκρός και ήρχισε να ομιλή. Ο δε Ιησούς έδωκε αυτόν εις την μητέρα του. 16 Και κατέλαβε φόβος όλους και εδόξαζαν τον Θεόν λέγοντες ότι “προφήτης μέγας παρουσιάσθη μεταξύ μας και ότι ο πανάγαθος Θεός επεσκέφθηκε τον λαόν του”.
***************************************************
Γ΄ ΛΟΥΚΑ(Ο Λόγος του Θεού στον Λαό του Θεού)
(Λουκ. ζ΄ 11-16) (Εβρ. ια΄ 33-40, ιβ΄ 1-2)
Αναστάσιμα σαλπίσματα
«Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι»
Αναστάσιμα μηνύματα ελπίδας και χαράς, πηγάζουν από το θαύμα που ξεδιπλώνει μπροστά μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Πρόκειται για το θαυμαστό γεγονός της ανάστασης του γιου της χήρας Ναϊν, το οποίο βεβαιώνει ότι ο Ιησούς Χριστός νικά το θάνατο με τη δύναμη της αγάπης.
Η τραγική του όψη
Το γεγονός της ανάστασης του παιδιού της χήρας γυναίκας, δεν προσφέρεται μόνο ως ένα εντυπωσιακό γεγονός για να αποσπά το θαυμασμό μας, αλλά μάς παρακινεί ν’ αντικρίσουμε εν Χριστώ το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου του θανάτου και να εντρυφήσουμε σ’ αυτό.
Πραγματικά, σ’ ένα πρώτο στάδιο μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο Χριστός φανερώνει το θάνατο ως «παρά φύσιν» κατάσταση που εισήλθε στη ζωή του ανθρώπου με αιτία την αμαρτία. Ο βιολογικός θάνατος που σηματοδοτεί το τέλος της παρούσας ζωής, δεν μπορεί να θεωρείται ως μια φυσική κατάσταση. Ο Θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο για να καταλήξει στον τάφο, να έχει ημερομηνία λήξης, αλλά «μένειν ηθέλησεν εν αφθαρσία».
Η Παλαιά Διαθήκη επί του προκειμένου, διαβεβαιώνει: «Ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας αϊδιότητος, φθόνω δε διαβόλου εισήλθεν θάνατος εις τον κόσμον». Και ο Απόστολος Παύλος από την πλευρά του, τονίζει: «διά της αμαρτίας εισήλθεν ο θάνατος εις τον κόσμον».
Ο άνθρωπος θα μπορούσε να δεχθεί την κοινωνία της αγάπης του Θεού στην προοπτική της αθανασίας, έξω από την οποία κυριαρχεί ο θάνατος. Δυστυχώς όμως κινήθηκε προς την κατεύθυνση της εκτροπής της κυκλοφορίας της θεϊκής αγάπης, με την παράδοση του εαυτού του στην αμαρτία. Θέλησε ν’ αυτονομηθεί από την αγάπη του Θεού και να στηριχθεί μόνο στις δικές του δυνάμεις. Έτσι, κλείστηκε ερμητικά στον εαυτό του, με εμφανή τα συμπτώματα του εγωισμού και της φιλαυτίας. Εξοβέλισε την παρουσία του Θεού από τη ζωή του. Στην κορυφαία έκφραση της τραγικότητάς του, στηρίχθηκε αποκλειστικά στις φυσικές και βιολογικές του δυνάμεις, που από τη φύση τους μοιραία καταλήγουν στην φθορά και στον θάνατο. Προηγήθηκε, λοιπόν, ο «πνευματικός θάνατος», που επέρχεται από το χωρισμό του ανθρώπου από τον Θεό και ακολούθησε ως τραγική συνέπεια ο «φυσικός θάνατος», που συνιστά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα.
Η υπέρβαση του θανάτου
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, του οποίου τη μνήμη γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία, στην περικοπή που ξεδιπλώνει ενώπιον μας, ονομάζει τον Ιησού «Κύριον». Είναι πράγματι ο Εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου. Η αναγκαιότητα να συνδέσει ο άνθρωπος τη ζωή του με την παρουσία του Κυρίου και ειδικότερα με το Σώμα Του, που παρατείνεται στον αιώνα, πηγάζει και από την έμφυτη επιθυμία του για να εγκολπωθεί την αιώνια ζωή. Σ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική, η ζωή του καταξιώνεται και αποκτά νόημα, πέραν της τραγικότητας του θανάτου στις κορυφογραμμές της αιωνιότητας.
Αγαπητοί αδελφοί, η σημερινή ευαγγελική περικοπή που ξεδιπλώνει τη θαυματουργή ανάσταση του παιδιού από τον Χριστό, μάς καλεί ν’ αντικρίσουμε τη δυναμική της αιώνιας ζωής που αποκαλύπτεται στο παρόν ως κοινωνία αγάπης με τον Θεό. Στην κορύφωση αυτής της κοινωνίας και στην πιο εμπειρική της μορφή, ο Χριστός μάς προσκαλεί στο Ευχαριστιακό Δείπνο, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η συμμετοχή στο Δείπνο αυτό, μάς καθιστά από τώρα κοινωνούς της αιώνιας ζωής και δέκτες των πιο αναστάσιμων και ελπιδοφόρων μηνυμάτων. Ας ανταποκριθούμε, λοιπόν, στη μεγάλη αυτή προσφορά της αγάπης του Κυρίου μας, μέσα από τη δυναμική της οποίας ο άνθρωπος καταξιώνεται σε σωτήριες και αναστάσιμες ενατενίσεις, όπως ο νέος της περικοπής, ο οποίος άκουσε το «νεανίσκε, σοί λέγω, εγέρθητι».
Χριστάκης Ευσταθίου,
Θεολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου