Παραβολή των ταλάντων – Κυριακή ΙΣΤ’ Ματθαίου.
ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω»
(Ματθ. 25:21)
Κάποιος άνθρωπος, μας είπε ο Κύριος με το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, επρόκειτο να ταξιδεύσει. Κάλεσε τους δούλους του και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του. Σε άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δύο και σε άλλον ένα· στον καθένα ανάλογα με τη δυνατότητα, την ικανότητα που είχε να τα αξιοποιήσει, και αναχώρησε αμέσως. Εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα τα δούλεψε και κέρδισε άλλα πέντε. Παρόμοια και εκείνος που πήρε τα δύο, κέρδισε άλλα δύο. Εκείνος όμως που πήρε το ένα, πήγε, έσκαψε στη γη και το έκρυψε.
Ύστερα από πολύ καιρό επέστρεψε ο κύριος των δούλων και τους ζήτησε λογαριασμό. Παρουσιάστηκε εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα και προσφέροντας άλλα πέντε είπε: «Κύριε, πέντε τάλαντα μου έδωσες, να, άλλα πέντε κέρδισα». Ευχαριστημένος ο κύριος του είπε: «Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ. Στα λίγα ήσουν πιστός, αξιόπιστος, στα πολλά θα σε καταστήσω. Είσελθε στη χαρά του κυρίου σου». Το ίδιο και στον άλλο, που πήρε τα δύο τάλαντα και κέρδισε άλλα δύο.
Τέλος ήλθε και εκείνος που είχε πάρει το ένα τάλαντο και είπε: «Κύριε, ήξερα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός, που θερίζεις όπου δεν έσπειρες και μαζεύεις απ’ όπου δε σκόρπισες. Φοβήθηκα και πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου στη γη. Να, έχεις το δικό σου». Όμως ο κύριος του αποκρίθηκε: «Δούλε πονηρέ και οκνηρέ. Ήξερες ότι είμαι τέτοιος που είπες. Έπρεπε λοιπόν να ενεργήσεις ανάλογα· και το ελάχιστο που θα έπρεπε να κάνεις ήταν να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες, ώστε όταν επιστρέψω να το πάρω μαζί με τον τόκο. Πάρτε λοιπόν το τάλαντο και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα· διότι στον καθένα που έχει θα του δοθούν και άλλα και θα του περισσεύσουν, ενώ απ’ εκείνον που δεν έχει και το λίγο που έχει θα του αφαιρεθεί. Τον άχρηστο δε δούλο πάρτε τον από δω και βάλτε τον στον πιο σκοτεινό τόπο, όπου θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών».
Αυτή, με λόγια απλά, είναι η παραβολή την οποία ακούσαμε σήμερα, της οποίας το νόημα και το σκοπό ας προσπαθήσουμε να δούμε κάπως καλύτερα.
Ο κύριος της παραβολής, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, είναι ο Θεός, είναι ο Χριστός, και δούλοι του όλοι οι άνθρωποι, ιδιαίτερα δε εμείς οι βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί.
Σε όλους μας έχει δώσει τάλαντα, χαρίσματα. Και χαρίσματα του Θεού δεν είναι μόνο οι ιδιαίτερες ικανότητες που μπορεί κάποιος να έχει, αλλά κάθε τι που είμαστε και κάθε τι που μας περιβάλλει.
Χάρισμα είναι και η ύπαρξή μας, χάρισμα και η ζωή μας. Χάρισμα και οι σωματικές και οι πνευματικές δυνάμεις και δυνατότητες, χάρισμα και ο αέρας που αναπνέουμε και το νερό που πίνουμε και η τροφή που τρώμε και το χώμα που πατάμε και ο ήλιος και τα άστρα που βλέπουμε. Χάρισμα σε μας είναι και οι άνθρωποι που μας περιβάλλουν. Χάρισμα τα πάντα.
Είναι μεγάλο και βασικό λάθος το να θεωρούμε τον εαυτό μας και τον κόσμο σαν κάτι αυθύπαρκτο και αυτονόητο, το να μη τον βλέπουμε δηλαδή ως δημιούργημα και προσφορά της αγάπης του Θεού.
Ιδιαίτερα όμως εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί, τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, έχουμε πάρει όχι μόνο χαρίσματα φυσικά, αλλά και υπερφυσικά. Μέσα στην Εκκλησία και με τα μυστήρια της Εκκλησίας παίρνουμε τη χάρη του αγίου Πνεύματος προς αγιασμό και σωτηρία μας.
Όλα αυτά θα πρέπει να γεννούν μέσα μας ανάλογα αισθήματα. Αισθήματα ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας.
Βέβαια όλοι δεν έχουμε τα ίδια χαρίσματα, ούτε στον ίδιο βαθμό. Αυτό πολλούς, και ίσως περισσότερο αυτούς που αισθάνονται να έχουν λιγότερα, τους σκανδαλίζει και τους κάνει να είναι παραπονεμένοι. Γιατί εγώ π.χ. να είμαι λιγότερο ευφυής ή να γεννήθηκα φτωχός ή με κάποιο σωματικό ελάττωμα κτλ. Όμως ο Χριστός, με τη σημερινή παραβολή, μας λέει ότι δεν έχει σημασία τι ή πόσα πήρε κάποιος αλλά πώς χρησιμοποίησε αυτά που πήρε· εάν έκανε καλή ή κακή χρήση αυτών που έλαβε.
Ποια είναι η καλή και ποια η κακή χρήση του εμπιστευθέντος θησαυρού; Το βλέπουμε στη συνέχεια της παραβολής, όταν επιστρέφει ο κύριος των δούλων και τους ζητά λογαριασμό, το οποίο αντιστοιχεί ιδιαίτερα με τη μερική κρίση κατά το τέλος της ζωής μας και την τελική κρίση κατά τη δευτέρα του Χριστού μας παρουσία.
Πολλοί λένε ότι πρέπει να πολλαπλασιάσουμε τα τάλαντά μας. Φτάνει όμως αυτό; Αυτό ζητά ο Χριστός; Τι είπε ο κύριος στους δούλους που διπλασίασαν τα τάλαντα; «Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ! Επί ολίγα ήσουν πιστός, επί πολλών σε καταστήσω».
Βλέπουμε ότι οι δούλοι αυτοί επαινέθηκαν όχι για κανένα άλλο λόγο αλλά διότι υπήρξαν πιστοί. Φάνηκαν δε πιστοί και με το ότι εργάστηκαν τα τάλαντα και τα αύξησαν, προπαντός όμως με το ότι τα δούλεψαν και τα διπλασίασαν για τον κύριό τους. Διότι θα μπορούσαν, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του, να τα ιδιοποιηθούν, και στη συνέχεια να τα δουλέψουν και να τα πολλαπλασιάσουν για τον εαυτό τους, τελικά δε να κατακρατήσουν και το αρχικό ποσό και το κέρδος. Τότε όμως, προφανώς, όχι μόνο δε θα τους επαινούσε και δε θα τους αντάμειβε ο κύριός τους, αλλά θα τους κατηγορούσε και θα τους καταδίκαζε ως άπιστους και κλέφτες. Αυτοί όμως έκαναν το καθήκον τους ως δούλοι. Ό,τι καλύτερο μπορούσαν και για το αφεντικό τους. Έτσι όμως αποδείχθηκαν πιστοί, έτσι έδειξαν την αγάπη προς τον κύριό τους. Αντίθετα, ο δούλος με το ένα τάλαντο, και τεμπέλης φάνηκε με την απραξία του, και πονηρός με το να κοιτάξει το δικό του βόλεμα και όχι το συμφέρον του κυρίου του. Γι’ αυτό και καταδικάστηκε.
Σήμερα πολλοί εργάζονται, κοπιάζοντας πολλές φορές υπερβαλλόντως, και πολλαπλασιάζουν τα τάλαντά τους. Όμως καθώς αυτά τα θεωρούν αυτονόητα δικά τους και δεν τα θεωρούν δοσμένα από το Θεό, τα καλλιεργούν για τον εαυτό τους και όχι για τη δόξα του Κυρίου και το όφελος της κοινωνίας και η αύξησή τους δεν φέρνει τις ευλογίες του Θεού.
Εμείς όμως ας προσέχουμε και ας λειτουργούμε ευχαριστιακά. Δηλαδή,
α) Την ύπαρξή μας και ό,τι έχουμε να τα θεωρούμε δωρεές του Θεού, για τις οποίες, φυσικά, να αισθανόμαστε μεγάλη προς αυτόν ευγνωμοσύνη.
β) Την ευχαριστία και ευγνωμοσύνη όχι μόνο να την αισθανόμαστε αλλά και να την εκδηλώνουμε, εργαζόμενοι τις δωρεές, μικρές ή μεγάλες, καλλιεργώντας τα τάλαντα, πολλά ή λίγα, όχι ιδιοτελώς αλλά κατά Θεόν και για τον Θεό και κατ’ επέκταση για τις εικόνες του που είναι οι συνάνθρωποί μας. Κατά τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο «τίποτε δεν είναι τόσο αγαπητό στο Θεό όσο το να ζούμε προς όφελος των άλλων». Και «κανείς ας μη πει, έχω ένα τάλαντο και δε μπορώ να κάνω τίποτε. Και με το ένα μπορείς να προκόψεις. Δεν είσαι φτωχότερος από τη χήρα εκείνη, δεν είσαι πιο αγροίκος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη, οι οποίοι και απλοί και αγράμματοι ήταν. Όμως επειδή έδειξαν προθυμία και όλα τα έκαναν για το κοινό συμφέρον, κέρδισαν τον ουρανό».
Το τελικώς ζητούμενο δεν είναι τα τάλαντα, τα χαρίσματα, αλλά αυτός που δίνει τα χαρίσματα. Ο Χριστός και η χάρη του, η χάρη του δωρεοδότου αγίου Τριαδικού Θεού, ω η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου