Κυριακὴ ΙA΄ Λουκᾶ
Εὐαγγελικὸ καί Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα
Κυριακῆς 11 Δεκεμβρίου 2022
Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 11 Δεκεμβρίου 2022, ΙA΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιδ΄ 16-24, Ματθ. κβ΄ 14)
16 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. 18 καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
19 καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 20 καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. 21 καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε.
22 καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23 καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. 24 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
Ματθ. κβ΄ 14 πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
16 Ὁ Ἰησοῦς τότε, προκειμένου νά διδάξει ποιές ἀρετές πρέπει νά ἔχει κανείς γιά νά συμμετάσχει στήν αἰώνια εὐφροσύνη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῦ εἶπε: Κάποιος ἄνθρωπος ἔκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο καί κάλεσε πολλούς. Ἡ χαρά καί ἡ ἀπόλαυση δηλαδή τῆς αἰώνιας βασιλείας παρομοιάζεται μ’ ἕνα μεγαλοπρεπές δεῖπνο πού ἑτοίμασε ὁ Θεός. Σ’ αὐτό δέν κάλεσε ἀρχικά ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά πολλούς, δηλαδή μόνο τούς Ἰουδαίους. 17 Καί τήν ὥρα τοῦ δείπνου ἔστειλε τό δοῦλο του γιά νά πεῖ στούς καλεσμένους: Ἐλᾶτε καί μήν ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα. (Σέ κάθε ἐποχή δηλαδή ὁ Θεός ἔστελνε τούς ἀπεσταλμένους του. Καί στό τέλος ἔστειλε τόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή κι ἔπειτα τόν Υἱό του, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἐνανθρώπησή του ἔλαβε μορφή δούλου).
18 Τότε ἄρχισαν μεμιᾶς ὅλοι οἱ καλεσμένοι, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον, σάν νά ἦταν συνεννοημένοι, νά δικαιολογοῦν τήν ἀπουσία τους ἀπό τό δεῖπνο. Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: Ἔχω ἀγοράσει κάποιο χωράφι καί πρέπει νά βγῶ ἔξω καί νά τό δῶ. Σέ παρακαλῶ, θεώρησέ με δικαιολογημένο καί ἀπαλλαγμένο ἀπό τήν ὑποχρέωση νά ἔλθω. 19 Ἄλλος πάλι τοῦ εἶπε: Ἔχω ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καί πηγαίνω νά τά δοκιμάσω. Σέ παρακαλῶ, συγχώρησε τή δικαιολογημένη ἀπουσία μου. 20 Κι ἕνας ἄλλος τοῦ εἶπε: Εἶμαι νιόπαντρος καί γι’ αὐτό δέν μπορῶ νά ἔλθω. Δηλαδή οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπορροφήθηκαν ἀπό τίς βιοτικές καί τίς σαρκικές τους μέριμνες καί ἀδιαφόρησαν γιά τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τούς καλοῦσε νά γίνουν μέτοχοι καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας του.
21 Ὅταν λοιπόν γύρισε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθηκε στόν κύριό του τά ὅσα τοῦ εἶπαν οἱ καλεσμένοι. Τότε ὁ νοικοκύρης θύμωσε καί εἶπε στό δοῦλο του: Βγές γρήγορα στίς πλατεῖες καί στά στενά τῆς πόλεως καί φέρε ἐδῶ μέσα τούς φτωχούς, τούς σακάτηδες, τούς χωλούς καί τούς τυφλούς πού θά βρεῖς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδή ὅσους εἶναι περιφρονημένοι μεταξύ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι ἄρχοντες τοῦ Ἰσραήλ ἀρνοῦνται νά δεχθοῦν τή σωτηρία πού τούς προσφέρει ὁ Μεσσίας. 22 Ὕστερα ἀπό λίγο ἐπέστρεψε πάλι ὁ δοῦλος καί εἶπε: Κύριε, ἔγινε ὅπως διέταξες, καί ὑπάρχει ἀκόμη τόπος ἀδειανός στό σπίτι γιά νά προσκληθοῦν κι ἄλλοι.
23 Τότε εἶπε ὁ κύριος στό δοῦλο: Βγές ἔξω ἀπ’ τήν πόλη στούς δρόμους καί στούς φράχτες τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως μαζεύονται οἱ περιπλανώμενοι, πού δέν ἔχουν σπίτι καί μόνιμη κατοικία. Κι ἐπειδή αὐτοί θά διστάζουν ἀπό συστολή νά πάρουν μέρος στό δεῖπνο μου, παρακίνησέ τους ἐπίμονα νά μποῦν ἐδῶ, γιά νά γεμίσει τό σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδή καί τούς ἐθνικούς νά πάρουν μέρος στά ἀγαθά τῆς βασιλείας μου. 24 Διότι σᾶς βεβαιώνω ὅτι κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού κάλεσα καί ἀρνήθηκαν τήν πρόσκλησή μου δέν θά καθίσει, ἀλλ’ οὔτε καί θά γευθεῖ τό δεῖπνο μου.
Ματθ. κβ΄ 14 Διότι πολλοί εἶναι οἱ καλεσμένοι στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, λίγοι ὅμως εἶναι οἱ ἐκλεκτοί, πού ἔχουν τίς ἀρετές καί θά κληρονομήσουν τή βασιλεία αὐτή.
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 11 Δεκεμβρίου 2022, ΚΘ΄ Κυριακῆς (Κολασ. γ΄ 4-11)
Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι᾿ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.
ΑΛΛΑΓΗ ΖΩΗΣ
1. Ἡ δόξα τῶν πιστῶν
Δύο σημαντικὲς ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας τονίζει τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα ἀπὸ τὴν πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Κάνει λόγο ἀρχικὰ γιὰ τὴ δόξα καὶ τὴ μακαριότητα, ποὺ θὰ ἀπολαύσουν οἱ πιστοὶ στὴν οὐράνια Βασιλεία τοῦ Κυρίου. Στὴ συνέχεια μᾶς παρουσιάζει τὰ καθήκοντα ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἐπιτελέσουμε στὴ ζωή μας οἱ πιστοί, προκειμένου νὰ κληρονομήσουμε τὴν οὐράνια αὐτὴ δόξα.
«Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ». Ὅταν, δηλαδή, φανερωθεῖ ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι ὁ αἴτιος καὶ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς μας, ὅταν ἔλθει κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία του, τότε κι ἐσεῖς, ποὺ μείνατε πιστοὶ σ᾿ Αὐτόν, θὰ φανερωθεῖτε μαζί Του δοξασμένοι. Θὰ λάβετε οὐράνια δόξα καὶ λαμπρότητα στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριός μας, λοιπόν, θὰ ἐπανέλθει κατὰ τὴ Μέλλουσα Κρίση. Θὰ ἔλθει ὡς ἔνδοξος Κριτής, ὡς λαμπρὸς Βασιλιὰς γιὰ νὰ κρίνει τοὺς ἀνθρώπους. Τὴν δὲ θεϊκὴ δόξα του, τὸ ὑπερκόσμιο μεγαλεῖο του θὰ ἀτενίζουν οἱ δίκαιοι αἰωνίως. Ὁ θεῖος Ἀπόστολος ὑπογραμμίζει ἐδῶ καὶ κάτι ἀκόμη. Γράφει ὅτι καὶ οἱ ἴδιοι οἱ σεσωσμένοι πιστοὶ θὰ δοξάζονται· θὰ εἶναι φωτόμορφοι· θὰ λάμπουν κι αὐτοὶ σὰν τὸν ἥλιο. Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ θὰ ἀντανακλᾶται καὶ στοὺς πιστούς του, οἱ ὁποῖοι σὰν ἄλλοι πνευματικοὶ καθρέπτες θὰ ἀκτινοβολοῦν τὴ δόξα του.
Τί ὕψιστο προορισμὸ ἔχουμε, λοιπόν! Νὰ μετέχουμε στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ· νὰ ἀπολαμβάνουμε τὸ θεῖο μεγαλεῖο του· νὰ ἀκτινοβολοῦμε κι ἐμεῖς τὸ δικό του ὑπερκόσμιο φῶς! Πόση τιμὴ καὶ δόξα μᾶς περιμένει! Ἀδυνατεῖ ὁ φτωχὸς ἀνθρώπινος νοῦς μας νὰ τὸ συλλάβει. Γιὰ νὰ γευθοῦμε ὅμως τὰ ἀπερίγραπτα αὐτὰ ἀγαθά, γιὰ τὰ ὁποῖα μᾶς ἔχει δημιουργήσει ὁ Κύριος, ὑπάρχει μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση, τὴν ὁποία σημειώνει στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
2. Νέκρωση τῶν παθῶν μας
«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς», γράφει. Νεκρῶστε, δηλαδή, τὰ μέλη σας, τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, ποὺ ἐπιθυμεῖ τὶς γήινες ἀπολαύσεις καὶ ἡδονές. Πιὸ συγκεκριμένα, νεκρῶστε τὴν πορνεία, κάθε ἀκάθαρτο πάθος καὶ ὑποδούλωση στὸ κακό, κάθε ἄσχημη ἐπιθυμία. Νεκρῶστε καὶ τὴν πλεονεξία, ποὺ εἶναι λατρεία στὸ εἴδωλο τοῦ χρήματος. Ὅσοι ἐμμένουν συστηματικὰ στὰ ἁμαρτήματα αὐτά, προκαλοῦν τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.
Πετάξτε, λοιπόν, ἀπὸ πάνω σας σὰν ἀκάθαρτο ἔνδυμα ὅλα αὐτὰ τὰ ρυπαρὰ πάθη: τὴν ὀργή, τὸν θυμό, τὴν κακία, τὴ βλασφημία, τὴν αἰσχρολογία καὶ τὸ ψεῦδος· «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ», ὅπως προτρέπει ὁ θεοφώτιστος Ἀπόστολος. Πετάξτε τα, ἀφοῦ πλέον ἔχετε ἀποβάλει ἀπὸ πάνω σας τὸν παλαιὸ καὶ διεφθαρμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπο, μαζὶ μὲ τὶς πράξεις ποὺ ὑποκινοῦνται ἀπὸ αὐτόν, καὶ ἔχετε ἐνδυθεῖ τὸν νέο ἄνθρωπο, ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται ἀποκαθιστώντας μέσα του τὴν εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ του, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Στὴν πνευματικὴ αὐτὴ ἀνακαίνιση δὲν ὑπάρχουν οἱ διακρίσεις ποὺ χωρίζουν τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἔχει σημασία ἂν κάποιος εἶναι Ἕλληνας ἢ Ἰουδαῖος, ποὺ ἔχει λάβει περιτομὴ ἢ ἀπερίτμητος εἰδωλολάτρης, βάρβαρος ἢ Σκύθης, δοῦλος ἢ ἐλεύθερος. Διότι στοὺς πιστοὺς καὶ ἐθνικότητα καὶ καταγωγὴ καὶ ἀξίωμα καὶ τὰ πάντα εἶναι ὁ Χριστός.
Ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος προτρέπει ἔντονα τοὺς Κολασσαεῖς καὶ ὅλους ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς νὰ νεκρώσουμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Βέβαια οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, κατὰ τὸ ἅγιο Βάπτισμα ποὺ λάβαμε καὶ μὲ τὸ ὁποῖο γίναμε μέλη τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἀπεκδυθήκαμε, ἀπαρνηθήκαμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἐνδυθήκαμε τὸν Χριστό. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως αὐτό, διότι εἴμαστε ἄνθρωποι ἀδύναμοι, ποὺ ρέπουμε πρὸς τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία.
Αὐτὸ ποὺ συνέβη τότε μυστηριακὰ μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, καλούμαστε νὰ τὸ ἐπιβεβαιώνουμε κάθε στιγμὴ μὲ τὴ ζωή μας: Νὰ ἀφαιροῦμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας κάθε πάθος καὶ ἁμαρτωλὸ θέλημα, κάθε βάρος ποὺ μᾶς κρατεῖ προσηλωμένους στὴ γῆ, κάθε κατώτερη ἐπιθυμία, ὅπως πετᾶμε ἕνα ἀκάθαρτο ἔνδυμα ὅταν παλιώνει καὶ φθείρεται· νὰ ἀπαρνούμαστε τοὺς ἐγωισμοὺς καὶ τὰ πείσματά μας· νὰ ἐξαγνίζουμε τὶς αἰσθήσεις μας, τοὺς λογισμούς μας· νὰ περιορίζουμε τὰ ἀπερίσκεπτα λόγια μας.
Νὰ γίνουμε γενικὰ νέοι ἄνθρωποι, νεκροὶ ὡς πρὸς τὸν κόσμο. Νὰ ζεῖ καὶ νὰ ἐνεργεῖ μέσα μας ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος νὰ κατευθύνει τὶς σκέψεις, τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς πράξεις μας, ὥστε νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ κληρονομήσουμε καὶ τὴν αἰώνια καὶ οὐράνια δόξα στὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα τῆς Βασιλείας του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου