Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 30 Μαρτίου 2025, Κυριακή Δ΄ Νηστειῶν – Ἰωάννου τῆς Κλίμακος (Μάρκ. θ΄ 17-31)
Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ πόσος χρόνος ἐστίν, ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε παιδιόθεν. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε πιστεύω, Κύριε βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ κρᾶξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. καὶ εἶπεν αὐτοῖς τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Νεοελληνική Απόδοση
17 Και λαβών τον λόγον ένας από το πλήθος είπε· “Διδάσκαλε, έφερα προς σε το παιδί μου, που έχει καταληφθή από πονηρόν πνεύμα, το οποίον του έχει αφαιρέσει την λαλιάν. 18 Και εις όποιον τόπον το καταλάβει, το συγκλονίζει και το ρίπτει κάτω και το κάνει να αφρίζη, να τρίζη τα δόντια του και να μένη ξηρόν και αναίσθητον. Και είπα στους μαθητάς σου να διώξουν αυτό το πονηρόν πνεύμα, και δεν ημπόρεσαν”. 19 Ο δε Ιησούς απεκρίθη εις αυτόν και είπε· “ω γενεά, που μένεις ακόμη άπιστος, παρ’ όλα τα θαύματα που έχεις ιδή· έως πότε θα είμαι μαζή σας; Εως πότε θα σας ανέχωμαι; Φερτε αυτόν σε μένα”. Και έφεραν πράγματι το δαιμονιζόμενο παιδί. 20 Και το πνεύμα το πονηρόν, μόλις είδε τον Ιησούν, αμέσως συνεκλόνισε με σπασμούς τον νέον, ο οποίος αφού έπεσε εις την γην, εκυλίετο και έβγαζε αφρούς. 21 Και ηρώτησε ο Κυριος τον πατέρα του νέου· “πόσος καιρός είναι από τότε που συνέβη αυτό;” Και εκείνος είπε· “από την παιδικήν του ηλικίαν. 22 Και πολλές φορές τον έρριξεν εις την φωτιά και εις τα νερά, δια να τον εξοντώση. Αλλ’ εάν ημπορής να κάμης τίποτε, σπλαγχνίσου μας και βοήθησέ μας”. 23 Ο δε Ιησούς του είπε τούτο· “εάν συ ημπορής να πιστεύσης, τότε όλα είναι κατορθωτά στον πιστεύοντα”. 24 Και αμέσως πατήρ του παιδίου με δάκρυα εις τα μάτια έκραξε και είπε· “πιστεύω, Κυριε, βοήθησέ με να ελευθερωθώ από την ολιγοπιστίαν και να αποκτήσω ζωντανήν πίστιν”. 25 Επειδή δε ο Ιησούς είδε ότι λαός έτρεχε από τα διάφορα μέρη και εμαζεύετο εκεί, επέπληξε το ακάθαρτον πνεύμα και του είπε· “το πνεύμα το άλαλον και το κωφόν, εγώ σε διατάσσω, έβγα από αυτόν και ποτέ πλέον να μη ξαναεισέλθης εις αυτόν”. 26 Και το πνεύμα το πονηρόν αφού έκραξε και συνεκλόνισε παρά πολύ τον νέον, εβγήκε. Και έμεινε ο νέος σαν πεθαμένος, ώστε πολλοί να λέγουν ότι απέθανε. 27 Ο δε Ιησούς τον επιασε από το χέρι, τον εσήκωσε και εκείνος εστάθη όρθιος. 28 Οταν δε εισήλθεν ο Κυριος εις ένα σπίτι, οι μαθηταί του τον ερωτούσαν ιδιαιτέρως· “διατί ημείς δεν ημπορέσαμεν να διώξωμε το ακάθαρτον πνεύμα;” 29 Και εκείνος τους είπεν· “αυτό το γένος των δαιμονίων με τίποτε άλλο δεν διώχνεται, παρά μόνον με προσευχήν και νηστείαν”. 30 Και αφού ανεχώρησαν από εκεί, επροχωρούσαν από απόμερους δρόμους δια μέσου της Γαλιλαίας και δεν ήθελε να μάθη κανείς δια την διάβασίν του αυτήν. 31 Και τούτο, διότι εδίδασκε τους μαθητάς του ιδιαιτέρως και τους επληροφορούσε, ότι ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χέρια μοχθηρών ανθρώπων, οι οποίοι και θα τον θανατώσουν, και αφού θανατωθή, την τρίτην ημέραν θα αναστηθή.
***************************************************
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Τὰ παιδιά μας στὸν Χριστὸ
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, μᾶς περιέγραψε τὸ δράμα ἑνὸς βασανισμένου πατέρα, ὁ ὁποῖος ὁδήγησε τὸ παιδί του στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ γιὰ νὰ ζητήσει βοήθεια. Ὁ γιός του εἶχε καταληφθεῖ ἀπὸ δαιμονικὸ πνεῦμα. Τὸ δαιμόνιο, ποὺ ἦταν ἰδιαίτερα σκληρὸ καὶ εἶχε κυριεύσει τὸν νέο ἀπὸ μικρὸ παιδί, τὸν ἔκανε νὰ ἀφρίζει, νὰ τρίζει τὰ δόντια του καὶ τὸν ἄφηνε ἀναίσθητο. Ὁ Κύριος ζήτησε νὰ ὁδηγήσουν τὸν νέο κοντά Του: «φέρετε αὐτὸν πρός με». Ὅταν τὸν πλησίασαν στὸν Χριστό, τὸ πονηρὸ πνεῦμα ἄρχισε νὰ ταράζει μὲ σπασμοὺς τὸν νέο, τὸν ἔκανε νὰ πέσει κάτω, νὰ κυλιέται στὴ γῆ καὶ νὰ βγάζει ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα του.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ ἀνθρωποκτόνος διάβολος δὲν ταλαιπωροῦσε μόνο τὸν συγκεκριμένο νέο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Σὲ κάθε ἐποχή, καὶ ἰδιαίτερα στὴ σημερινὴ ἀποστατημένη κοινωνία μας, ἀσκεῖ ἔντονη ἐπιρροὴ στοὺς νέους. Ὄχι ἀπαραίτητα μὲ δαιμονισμό, ὅπως ἐκεῖνο τὸν νέο, ἀλλὰ μὲ ποικίλους πειρασμούς. Τοὺς πολιορκεῖ ἀσταμάτητα· τοὺς παρασύρει «παιδιόθεν», ἀπὸ τὴ μικρή τους ἀκόμη ἡλικία, στὸν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας· τοὺς βυθίζει στὴν ἀνηθικότητα. Ὅσα παιδιὰ μεγαλώνουν μακριὰ ἀπὸ τὴ Χάρι τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱερὰ Μυστήρια, εἶναι πολὺ εὐάλωτα στοὺς πειρασμοὺς αὐτούς.
Ἡ προτροπὴ λοιπὸν τοῦ Κυρίου, «φέρετε αὐτὸν πρός με», ἀπευθύνεται καὶ στοὺς γονεῖς κάθε ἐποχῆς, παρακινώντας τους νὰ ὁδηγοῦν σ᾿ Ἐκεῖνον τὰ παιδιά τους. Πιὸ πρακτικὰ αὐτὸ σημαίνει νὰ τὰ ὁδηγοῦν στὴν Ἐκκλησία, στὸ Κατηχητικὸ Σχολεῖο, στὴ χριστιανικὴ κατασκήνωση, στὰ ἱερὰ Μυστήρια, ὥστε ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου νὰ τὰ προστατεύει, νὰ τὰ διαφυλάσσει ἀπὸ τὰ «πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ» (Ἐφ. ϛ΄ 16), νὰ τὰ ἐξαγιάζει.
2. Ὁ ἀπόλυτος Ἐξουσιαστὴς
Ὁ Κύριος ἀνταποκρίθηκε στὴν ἱκεσία τοῦ πονεμένου πατέρα καὶ ἐλευθέρωσε τὸν νέο ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ δαίμονα μ’ ἕνα του πρόσταγμα: «τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν». Πνεῦμα ἄλαλο καὶ κουφό, ἐγὼ σὲ διατάζω, βγὲς ἀπὸ αὐτὸν καὶ μὴν ξαναμπεῖς ποτὲ πλέον μέσα του. Τότε τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ἀφοῦ κραύγασε δυνατὰ καὶ συντάραξε τὸν νέο, ἐξῆλθε. Ἡ περιγραφὴ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελιστῆ συγκλονίζει. Φανερώνει τὴν ἀπόλυτη ἐξουσία τοῦ Κυρίου. Τὸ ρῆμα «ἐπιτάσσω», αὐτὸ ἀκριβῶς δηλώνει, τὴν πλήρη κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ στὰ δαιμονικὰ πνεύματα. Ὁ δαίμονας δὲν ἀντιστάθηκε, ἀλλὰ ὑπάκουσε στὸ πρόσταγμα τοῦ Κυρίου καὶ ἐγκατέλειψε ἀμέσως τὸ θύμα του.
Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου. «Μετὰ σοῦ ἡ ἀρχὴ ἐν ἡμέρᾳ τῆς δυνάμεώς σου» (Ψαλ. ρθ΄ [109] 3), προφητεύει αἰῶνες προηγουμένως ὁ βασιλιὰς Δαβίδ. Ἡ ἐξουσία ποὺ θὰ ἀσκήσεις, Κύριε, ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς ἐμφανίσεώς σου εἶναι χαρακτηριστικὸ τῆς ἴδιας τῆς θεϊκῆς σου φύσεως. Γι᾿ αὐτὸ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ὑποτάσσεται κάθε ἄλλη ἐξουσία. Μπροστά Του δὲν ἔχει καμιὰ δύναμη ὁ διάβολος. Ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς δὲν φοβᾶται τὶς δυνάμεις τοῦ διαβόλου, τὰ μάγια, τὶς βασκανίες, οὔτε σκιάζεται ἀπὸ τὶς ἀπειλὲς τοῦ πονηροῦ. Ἀρκεῖ νὰ ζεῖ πνευματικά, νὰ ἔχει ζωντανὴ σχέση μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἀπόλυτο Ἐξουσιαστὴ τῶν «ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων» (Φιλιπ. β΄ 10).
3. Μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία
Οἱ Μαθητὲς πλησίασαν ἀργότερα τὸν Κύριο καὶ Τὸν ρώτησαν γιατί οἱ ἴδιοι δὲν εἶχαν μπορέσει νωρίτερα νὰ βγάλουν τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα ἀπὸ τὸν νέο. Ὁ δὲ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀποκρίθηκε ὅτι εἰδικὰ αὐτὸ τὸ εἶδος τῶν σκληρῶν δαιμόνων, σὰν κι αὐτὸ ποὺ εἶχε κυριεύσει τὸν νέο, δὲν βγαίνει μὲ ἄλλον τρόπο, παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ νηστεία: «Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ».
Ὁ Κύριος μᾶς παραθέτει ἐδῶ δύο πνευματικὰ ὅπλα γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ τῶν παγίδων του· αὐτὰ εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία. Ἔχει μάλιστα σημασία τὸ ὅτι μαζὶ τὰ ἀνέφερε ὁ Χριστός. Καὶ αὐτό, διότι ἡ προσευχὴ συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴ νηστεία. Ἡ νηστεία, ὁ περιορισμὸς τῆς ὑλικῆς τροφῆς, ἀνυψώνει, κάνει διαυγέστερη τὴν προσευχή, ἡ δὲ προσευχὴ τρέφει τὴν ψυχὴ τοῦ πιστοῦ, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τὸν ὁποῖο ἰδιαιτέρως τιμοῦμε σήμερα: «προσευχή ἐστι τροφὴ ψυχῆς» («Κλῖμαξ», Λόγος ΚΗ΄, α΄). Στερούμαστε δηλαδὴ μὲ τὴ νηστεία κάποιες ὑλικὲς τροφές, γιὰ νὰ τραφεῖ τελικὰ ἡ ψυχή μας μὲ τὴν προσευχή, ὥστε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Πόσο δυνατὸς γίνεται ὁ πιστὸς ποὺ συνδυάζει τὴν προσευχὴ μὲ τὴ νηστεία! Εἶναι ἄτρωτος ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ, εὐκίνητος στὸν πνευματικό του ἀγώνα, ἔμπλεος θείας Χάριτος.
Ἡ ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι περίοδος προσευχῆς καὶ νηστείας. Ἂς ἐπιμελούμαστε τὰ μέσα αὐτὰ ποὺ μᾶς ὑπέδειξε σήμερα ὁ Κύριος. Ἂς εἴμαστε πρόθυμοι στὴν προσευχὴ καὶ ἀγωνιστικοὶ στὴ νηστεία, ὥστε νὰ γευόμαστε διαρκῶς τὴν πνευματικὴ τροφὴ καὶ τρυφὴ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου.
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 30 Μαρτίου 2025, Δ΄ Νηστειῶν – Ἰωάννου τῆς Κλίμακος (Ἑβρ. ς΄ 13-20)
13 Τῷ γὰρ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ’ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ’ ἑαυτοῦ, 14 λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· 15 καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. 16 ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· 17 ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, 18 ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχομεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· 19 ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, 20 ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
13 Οἱ ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ θά πραγματοποιηθοῦν ὁπωσδήποτε. Διότι ὅταν ἔδωσε ὁ Θεός τίς ἐπαγγελίες στόν Ἀβραάμ, ὁρκίστηκε ὅτι θά τίς πραγματοποιήσει. Κι ἐπειδή δέν εἶχε κανέναν ἀνώτερό του ὁ Θεός νά ὁρκιστεῖ σ’ αὐτόν, ὁρκίστηκε στόν ἑαυτό του 14 καί εἶπε: Σοῦ ὑπόσχομαι ἀληθινά ὅτι θά σέ εὐλογήσω πολύ πλούσια καί θά πληθύνω πάρα πολύ τούς ἀπογόνους σου. 15 Ἔτσι πῆρε ὁ Ἀβραάμ τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. Κι ἀφοῦ περίμενε μέ ὑπομονή πολλά χρόνια, πέτυχε τήν ἐκπλήρωση τῆς εὐλογίας πού τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὡς πρός τό σημεῖο πού ἀναφερόταν στήν ἐπίγεια ζωή του. Ἀπέκτησε δηλαδή ἀπό τή Σάρρα παιδί, ἀπό τό ὁποῖο πληθύνθηκαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ πατριάρχη κι ἔγιναν ἕνα μεγάλο ἔθνος. 16 Ὁ Θεός ὁρκίστηκε στόν ἑαυτό του. Οἱ ἄνθρωποι βέβαια ὁρκίζονται στό Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀνώτερος ἀπ’ ὅλους. Καί δίνουν ὅρκο οἱ ἄνθρωποι, γιά νά σταματήσουν κάθε ἀντίρρηση καί ἀμφισβήτηση μεταξύ τους καί γιά νά ἐπιβεβαιώσουν τήν ἀλήθεια τῶν λόγων τους. 17 Ἐπειδή λοιπόν μέ τόν ὅρκο ἀποκλείεται κάθε ἀμφιβολία καί ἐπειδή ὁ Θεός ἤθελε νά δείξει καθαρά καί μέ μεγαλύτερη βεβαιότητα σ’ ἐκείνους πού θά κληρονομοῦσαν τίς ἐπαγγελίες του ὅτι ἦταν ἀμετάκλητη καί ἀμετάθετη ἡ ἀπόφασή του νά πραγματοποιήσει τά ὅσα ὑποσχέθηκε, γι’ αὐτό δέχθηκε ἀπό ἄκρα συγκατάβαση καί ἀγαθότητα νά μεσολαβήσει ὅρκος στά λόγια του. 18 Καί δέχθηκε τή μεσολάβηση τοῦ ὅρκου, ὥστε μέ δύο πράγματα στερεά καί ἀμετακίνητα, δηλαδή μέ τήν ὑπόσχεσή του καί μέ τόν ὅρκο του, στά ὁποῖα εἶναι ἀπολύτως ἀδύνατο νά πεῖ ψέματα ὁ Θεός, νά ἔχουμε ἐμεῖς πού καταφύγαμε σ’ αὐτόν μεγάλη ἐνθάρρυνση καί προτροπή καί στήριγμα προκειμένου νά κρατήσουμε δυνατά τήν ἐλπίδα πού βρίσκεται μπροστά μας. 19 Αὐτή τήν ἐλπίδα τήν ἔχουμε σάν ἄγκυρα τῆς ψυχῆς. Αὐτή μᾶς ἀσφαλίζει ἀπό τούς πνευματικούς κινδύνους καί εἶναι σταθερή καί ἀμετακίνητη καί εἰσέρχεται στόν οὐρανό, τόν ὁποῖο εἰκονίζει ὁ ἱερός τόπος τῆς σκηνῆς καί τοῦ ναοῦ πού ἐκτεινόταν πιό μέσα ἀπό τό καταπέτασμα καί λεγόταν Ἅγια Ἁγίων. 20 Ἐκεῖ, στόν οὐρανό, ὡς πρόδρομος μπῆκε ὁ Ἰησοῦς πρίν ἀπό μᾶς καί γιά χάρη μας, γιά νά μᾶς ἀνοίξει τό δρόμο καί γιά νά μᾶς ἑτοιμάσει τόπο. Καί ἔτσι ἀναδείχθηκε ἀρχιερέας ὄχι προσωρινός ἀλλά αἰώνιος, «κατά τήν τάξη Μελχισεδέκ».